Ο αόρατος Λεβιάθαν. Δημοκρατία, δικαιοσύνη και ηθική στα χρόνια της κρίσης
Αθήνα, Εκδόσεις Πόλις, 2020 (Φεβρουάριος)
Σελίδες: 477
Διαστάσεις: 17 x 24 εκ.
ISBN χαρτόδετου: 978-960-435-637-9
Τιμή: 22,00 € // στο βιβλιοπωλείο μας 19,80 €
Το βιβλίο αυτό αποπειράται να συνθέσει τις πολλαπλές και εν πολλοίς αντιφατικές συνιστώσες του τρέχοντος ιστορικού γίγνεσθαι. Είναι προϊόν της συγκυρίας, δίχως όμως να επικεντρώνεται στη συγκυρία. Είναι ένα κείμενο για την πολιτική, δεν είναι όμως ένα ευθέως πολιτικό κείμενο. Εμπνέεται από συγκεκριμένες καταστάσεις, παραμένει όμως αφηρημένο και εκ πρώτης όψεως αποστασιοποιημένο. Επιχειρώντας να εκφράσει μιαν έτσι κι αλλιώς δυσεντόπιστη πραγματικότητα που μοιάζει να έχει ξεφύγει από κάθε έλλογο κοινωνικό, πολιτικό ή αξιακό έλεγχο, αρκείται στο να αναζητήσει τις μεγάλες γραμμές και συναρτήσεις που φαίνεται να επηρεάζουν την πορεία του κόσμου που μας περιβάλλει. Είναι ένα κείμενο που πραγματεύεται το αδιέξοδο.
Η ύψιστη ίσως ειρωνεία του νεωτερικού πολιτισμού και ακόμα περισσότερο του Διαφωτισμού συνίσταται στο ότι επέτρεψε την έντεχνη απόκρυψη των πραγματικών εξουσιών πίσω από αδιαπέραστα πέπλα αδιαφάνειας. Στα πλαίσια αυτά ακριβώς δομήθηκε ένα υπό συνεχή εξέλιξη εξουσιαστικό σύστημα που, για πρώτη φορά στην Ιστορία, δεν «χρειάζεται» πια ούτε να παράγει χρησμούς ούτε να ομιλεί ούτε να αξιολογεί ούτε να εξηγεί ούτε καν να εκλογικεύει. Από τη στιγμή που μπορεί να αναγνωρίζεται ως η μόνη δυνατή ή ίσως και η μόνη νοητή πηγή ορατών, κατά τεκμήριον αξιόπιστων και πρακτικά υλοποιήσιμων «κανόνων», το «σύστημα» αυτό δεν φαίνεται ούτε να απειλείται από τους τυχόν αντιφρονούντες ούτε να πτοείται από τις οποιεσδήποτε εσωτερικές αντιφάσεις του.
Σε αυτό ακριβώς αναφέρεται ο τίτλος του βιβλίου. Ο απρόσωπος και αόρατος Λεβιάθαν βρίσκεται παντού και πουθενά. Είναι απλώς ένα πανίσχυρο «σύστημα» που λειτουργεί σαν αυτόματο καλοκουρδισμένο «μηχάνημα» που θυμίζει εκείνο που περιγράφεται από τον Κάφκα στο διήγημα Στη σωφρονιστική αποικία. Σε έναν κόσμο όπου κανείς πια δεν γνωρίζει και δεν εντέλλεται να γνωρίζει ούτε το «δέον» ούτε τα καθήκοντά του ούτε τα λάθη, τις παραλείψεις, τις αβλεψίες ή τα εγκλήματά του, το «μηχάνημα» –που ακούει στο όνομα «Σβάρνα»– δεν χρειάζεται να έχει δικές του επιθυμίες, επιδιώξεις ή υστεροβουλίες. Υπάρχει με μόνο στόχο να είναι σε θέση να εγχαράσσει στα σώματα των (αθώων ή ένοχων) «υπόδικων» την εντολή «τίμα τους ανωτέρους σου», που δεν είναι άλλοι από τους αόρατους, ανώνυμους, ίσως όμως και ανύπαρκτους χειριστές της ίδιας της εφιαλτικής μηχανής. Παρόλο που τα σώματα εξακολουθούν να ανήκουν σε ανθρώπους με σάρκα και οστά, όλοι είναι ριγμένοι στο έλεος μιας μετα-ανθρώπινης εξουσίας που ούτε αξίες επικαλείται, ούτε πηγή έχει, ούτε νομιμοποίηση χρειάζεται. Μιας αδέκαστα τυφλής εξουσίας που αρκείται απλώς στο να ασκείται, δηλαδή στο να «υπάρχει».
Κ. ΤΣ.
(από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)