Φυσικός εκκλησιασμός 1934-1993
Κείμενα: Γαβριήλ Νικολάου Πεντζίκης, Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης
Θεσσαλονίκη, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης 2013
253 σελ. με 399 έγχρωμες εικόνες
ISBN 978-960-250-585-4
Τιμή 40,00 € / στο βιβλιοπωλείο μας 36,00 €
Η έκδοση αυτή πραγματοποιήθηκε με την ευκαιρία της ομώνυμης έκθεσης που διοργάνωσε το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης στον εκθεσιακό χώρο του Πολιτιστικού Κέντρου Θεσσαλονίκης στη Βίλα Καπαντζή (από 13 Δεκεμβρίου 2013 έως 26 Ιανουαρίου 2014).
Επίκεντρο της αναδρομικής παρουσίασης του ζωγραφικού έργου του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη είναι τα έργα που εμπνεύστηκε ο καλλιτέχνης από το εικοσαήμερο προσκύνημά του στο Άγιον Όρος τον Ιούλιο-Αύγουστο του 1952. Συμπεριλαμβάνονται επίσης τρεις εμβόλιμες θεματικές ενότητες αφιερωμένες στο θήλυ, στη γενέτειρα πόλη και στη φύση.
Το εικαστικό υλικό κατανέμεται χρονολογικά σε τρεις περιόδους. Η πρώτη περίοδος (1934 έως 1952) είναι περίοδος πρόδηλων πειραματισμών του καλλιτέχνη με ζωγραφικά μέσα και αναζήτησης της θεματογραφικής του παλέτας, που εμβληματικά αντανακλάται σε σπουδές προσώπων και προσωπογραφίες. Θα μπορούσε κανείς να την ονομάσει «περίοδο του δωματίου», καθώς οι συνθήκες της εποχής επιβάλλουν καταναγκαστικό εγκλεισμό εντός της μητέρας πόλης. Οι τοπιογραφίες, που ξεκινούν ήδη από το 1950, εγκαινιάζουν τη δεύτερη περίοδο (1952 έως 1967), περίοδο ανοιχτού χώρου, που θα μπορούσε να ονομαστεί «περίοδος της υπαίθρου». Οι τοπιογραφίες, απαλλαγμένες από ηθογραφικούς περισπασμούς, καταγράφουν μια ματιά ανήσυχη κι ευέλικτη που μπορεί εξίσου άνετα να υπερίπταται αεροφωτογραφίζοντας και να χαμέρπει εστιάζοντας εκ του σύνεγγυς στη θαμνοβλάστηση.
Νύμφη, 1979, σινική μελάνη και κραγιόνια σε χαρτί, 18,1 x 14,1 εκ.
Ιδιωτική συλλογή, Θεσσαλονίκη [283]
Στην τρίτη περίοδο (1967 έως 1993) ο Ν. Γ. Πεντζίκης, μετά το Δωμάτιο και την Ύπαιθρο, ψηλαφεί πλέον το Επέκεινα. Στην περίοδο αυτή, ο καλλιτέχνης συχνότατα ενσωματώνει σε ζωγραφικά έργα του γραφή ατόφια –κατά κανόνα κείμενα από την πατερική γραμματεία αλλά και στίχους ομηρικούς ή ποιήματα του Καβάφη, της Ζωής Καρέλλη, του ιερομονάχου Συμεών, επεξεργασμένα ψηφαριθμητικά μέσω της χρωματικής αντιστοίχισης των γραμμάτων και η θεματογραφική του παλέτα σταδιακά περιορίζεται σε πουλιά, ψάρια, ναούς και σκοπιές, που αποδίδονται σαν ακιδογραφήματα και σπηλαιογραφίες. «Η ζωγραφική μου –σημείωνε ο ίδιος ο Ν. Γ. Πεντζίκης- δεν έχει θέμα και δεν ανταποκρίνεται σε τίποτα άμεσο. Είναι η ταύτιση σ’ έναν ίδιο χρόνο των τομέων της μνήμης, είτε συναισθηματικής, είτε ονειρικής, είτε και περ’ από τα όνειρα. Η ζωγραφική μου έχει μια υπερβατική διάσταση που οι ρίζες της βρίσκονται στη βαθιά πίστη».
Εκ του Ευανθούς Λειμώνος των συναξαρίων (οι Άγιοι της 10ης Ιουνίου), 1971,
σινική μελάνη και κραγιόνια σε χαρτόνι, 27,1 x 17,9 εκ.
Ιδιωτική συλλογή, Θεσσαλονίκη [505]
Ο Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης γεννήθηκε από παλιά οικογένεια της Θεσσαλονίκης το 1908 και πέθανε το 1993. Πεζογράφος, ποιητής και ζωγράφος, ήταν μια από τις κορυφαίες μορφές της Θεσσαλονίκης του πνεύματος και της τέχνης. Σπούδασε οπτική φυσική και φυσιολογία στο Παρίσι (1927), βοτανική και φαρμακευτική στο Στρασβούργο (1928-29). Μετά το θάνατο του πατέρα του, διαχειρίστηκε το πατρώο φαρμακείο (1930-1953), το οποίο εξελίχθηκε σε μείζον λογοτεχνικό στέκι. Το 1933 επισκέφτηκε το Άγιον Όρος για πρώτη φορά. Ακολούθησαν άλλες 93 επισκέψεις σε διάστημα 60 ετών. Εμφανίστηκε στα γράμματα με το μυθιστόρημα Αντρέας Δημακούδης (1935). Συνεργάστηκε με τα περιοδικά Το 3ο Μάτι, Μακεδονικές Ημέρες, Κοχλίας. Το 1944 πρωτοπαρουσίασε ζωγραφική του εργασία σε ομαδική έκθεση και την ίδια χρονιά εκδόθηκαν η συλλογή ποιημάτων Εικόνες και το μυθιστόρημα Ο πεθαμένος και η Ανάσταση. Έγραψε τεχνοκριτικές και δοκίμια για τον Μπουζιάνη, τον Παπαλουκά, τον Χατζηκυριάκο-Γκίκα, τον Τσαρούχη. Η πρώτη ατομική έκθεση στη Θεσσαλονίκη (1951) εγκαινίασε περίοδο έντονης ζωγραφικής παραγωγής που κορυφώθηκε με την πρώτη ατομική έκθεση στην Αθήνα (1958). Η αρχιτεκτονική της σκόρπιας ζωής (1963) ήταν το πρώτο βιβλίο του που εκδόθηκε από καθιερωμένο εκδοτικό οίκο. Το μυθιστόρημα της κυρίας Έρσης κυκλοφόρησε λίγο πριν από το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1967. Η έκδοση το 1970 των πεζογραφημάτων Μητέρα Θεσσαλονίκη και Συνοδεία, καθώς και των δοκιμίων Προς εκκλησιασμό, εγκαινίασε την ιδιαιτέρως έντονη όψιμη περίοδο συγγραφικής και ζωγραφικής δημιουργίας, που τροφοδοτείται από την καθημερινή –από το καλοκαίρι του 1967- συναναστροφή του καλλιτέχνη με τον Συναξαριστή του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτη. Το Αρχείον (1974) αποτελεί παλίμψηστη επεξεργασία παλαιότερων ανέκδοτων κειμένων και το Πόλεως και νομού Δράμας παραμυθία (1983) τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος. Μεγάλο μέρος του ποιητικού του έργου θησαυρίστηκε το 1988 στα Ποιήματα (Παλαιοντολογικά).